Ένα από τα μικρά μου όνειρα, ήταν κάποια στιγμή να θαυμάσω την Αυγουστιάτικη πανσέληνο. Είτε σε κάποιο μουσείο, είτε στην Ακρόπολη, είτε σε κάποια θέα, έστω σε κάποιο μπαλκόνι. Στην αρχή θεώρησα απαραίτητη τη συνοδευτική ύπαρξη αμόρε. Αμόρε τσεκ. Όμως, χρονιά πρώτη χάθηκα στον έρωτα. Χρονιά δεύτερη, έκανα λάθος τη μέρα. Χρονιά τρίτη, δεν μπορούσα να βρω πουθενά το φεγγάρι. Τέταρτη χρονιά, έβρεχε καταρρακτωδώς και σύννεφα κάλυπταν το φεγγάρι. Χρονιά πέμπτη, μαντέψτε. Το ξέχασα! Και κάπως έτσι το μικρό όνειρο, έμεινε μικρό και ξεχασμένο. Πόσα όνειρα έχουμε αλήθεια αφήσει να ξεγλιστρήσουν, έτσι ανούσια από τα χέρια μας;
Δεν είχα φανταστεί πότε ότι το πιο διαφορετικό καλοκαίρι όλων μας, θα ήταν αυτό που θα μου εκπλήρωνε πιο αναπάντεχα και δυνατά αυτό το μικρό και ξεχασμένο όνειρο. Σε μια απόφαση τελευταίας στιγμής, σε ένα ξενοδοχείο μια ώρα από την Αθήνα και την ώρα που το τοπίο έχει φτιαχτεί από μόνο του ειδυλιακά με ηρεμία, μουσική, λίγο κόσμο και για λίγο νηνεμία μέσα σε ένα κόσμο αλλαγών, την ώρα του φαγητού και πάνω από το κεφάλι του αμόρε, αυτό ήταν εκεί. Το φεγγάρι. Σε πανσέληνο. Τον Αύγουστο. Δευτερόλεπτα θέλει να αναζωπυρωθεί το όνειρο και να σε γεμίσει με ανδρεναλίνη και συγκίνηση. Ναι, η χαρά και η ανεμελιά σε αυτά τα όνειρα κρύβονται πρώτα.
Αυτό έτσι, δεν θα μου έφτανε. Θα ζούσα σήμερα το όνειρο στο έπακρο. Θα ρούφαγα κάθε σταγόνα ψυχικής ανάτασης που είχε να μου προσφέρει. Το φτηνό κρασί στο ψυγειάκι και τα πατατάκια σε μια στιγμή ανέμελης αγοράς το μεσημέρι στο σουπερ μάρκετ, θα αποθέωναν αυτήν την Αυγουστιάτικη πανσέληνο. Το ξενοδοχείο είχε δυο υπέροχες κουνιστές πολυθρόνες έξω, με θέα τον ουρανό και τη θάλασσα, σε ένα ξεχωριστό σημείο. Δύο μέρες τις ”κυνηγούσαμε” και ήταν κατειλημμένες. Μαντέψτε πότε ελευθερώθηκαν! Όλα συνέβαλαν με τον πιο αναπάντεχο τρόπο στο πιο μαγικό σκηνικό.
Αισθανόμουν πως δεν μπορούσα να το χορτάσω. Ήταν απλά μαγικό. Αμόρε, τσεκ. Αυγουστιάτικη πανσέληνος, τσεκ. Μικρό ξεχασμένο όνειρο εκπληρωμένο, τσεκ. Όμως ξέρετε τι συμβαίνει με τα όνειρα; Μικρά ή μεγάλα; Θέλεις να τα μοιραστείς. Και θα μου πείτε τώρα ε ναι έχεις αυτό το αμόρε που τραβολογάς τόσα χρόνια, τι άλλο θες. Μωρέ τα όνειρα θες να τα μοιράζεσαι με όλο τον κόσμο! Και ο εικονικός δεν είναι τίποτα μπροστά στον πραγματικό.
Ώρα είχε πάρει η άκρη του ματιού μου ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, που περπατούσε χέρι χέρι στον κήπο. Είχαν καθίσει λίγο πιο πέρα από εμάς και ρέμβαζαν, με πλάτη στο φεγγάρι. Κοντά κοντά, χωρίς να μιλούν. Ξεχώριζες πως ήταν αυτές οι σχέσεις που δεν χρειάζεται να μιλήσουν για να ακούσουν ο ένας τον άλλον. Γινόταν ένας σαρωτικός διάλογος κάπου εκεί. Η χαρά μου ήταν τόση που με έκανε να επέμβω. Δεν το κάνω συχνά, αλλά θα το κάνω συνειδητά. Σηκωθήκαμε και περάσαμε από μπροστά τους. Ήταν ακόμη πιο όμορφοι από κοντά. Τους είπα πως αν θέλουν μπορούν να καθίσουν στις όμορφες πολυθρόνες. Το πρόσωπο του κυρίου έλαμψε με χαμόγελο. Η κυρία πιο διστακτική, μου είπε ότι ο πόνος στα γόνατα της ίσως την δυσκόλευε. Της είπα ότι σήμερα έχει Αυγουστιάτικη πανσέληνο και αξίζει τον κόπο. Με ευχαρίστησαν ευγενικά και καληνυχτιστήκαμε.
Γύρισα στο δωμάτιο και βγήκα στο μπαλκόνι. Είδα τον κύριο να βοηθάει την κυρία να καθίσειι στην πολυθρόνα. Μια ώρα μετά κρυφοκοίταξα και πάλι. ‘Ηταν ακόμα εκεί. Τα όμορφα γίνονται ακόμα πιο όμορφα, όταν τα μοιράζεσαι. Εμένα μου πήρε πολλά χρόνια να απολαύσω το μικρό μου όνειρο, και ας ήταν πάντα εκεί. Της ηλικιωμένης κυρίας με τον πόνο στα γόνατα, μόλις 10 λεπτά. Εσένα;